5 Απρ 2016

Ποιήματα για την ποίηση

Φωτό:Εύα Νεοκλέους
Τώρα που κόπασαν οι εκδηλώσεις για την παγκόσμια ημέρα της ποίησης,εμείς την τιμούμε  με ένα δικό μας τρόπο.Δημοσιεύουμε έξι ποιήματα φίλων (και ένα δικό μου) για το τι είναι ποίηση.Αν ορίζεται η ποίηση...
Οι ποιητές είναι κύπριοι ή έχουν στενή σχέση με την Κύπρο.
Σημείωση:θα συνεχίσουμε με την ίδια θεματική,γι΄αυτό αναμένουμε και δικά σας ποιήματα.
*****
Θέμα ισορροπίας
Σταύρος Σταύρου

 
Οι ποιητές αρέσκονται
στο να κάθονται κοντά στη φωτιά.
 Όχι για τίποτα ρομαντισμούς και τέτοια,
 μα νιώθουν από πολύ νωρίς
πως έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς
 με δαύτηνε.
Σιγά-σιγά αρχίζουν να γράφουν
 πιο μέτρια ποιήματα
ή έστω πιο μακριά από αυτό
 που θέλουν να πουν και κρυώνουν
 και κάθονται ολοένα και πιο κοντά στη φωτιά
και η εξίσωση όλο και μεγαλώνει
 η απόσταση όλο και μικραίνει
ώσπου μια μέρα η φωτιά γλείφει τα χέρια τους
 χαϊδεύει τα μπατζάκια τους
τυλίγει τα πόδια τους
 το κορμί όλο
 και μένει μόνο η ψυχή τους
κατάμαυρη μες την καμινάδα
και δεν τους ξαναβλέπει κανείς.
Γι’ αυτό σου λέω
 δεν είναι θέμα ρομαντισμού
είναι θέμα ισορροπίας
είναι θέμα αυτό που καίει μέσα τους
 να βρει αυτό που καίει έξω τους
και να πυρπολήσει τα πάντα.
******
Απολογία
Πάμπος Κουζάλης

Όλα τα λόγια μου είναι αλλωνών. Το ομολογώ. Τα βρήκα κρεμασμένα σε σχοινάκια, νοτισμένα απ’ τις πρωινές απορίες. Τα φόρεσα. Περπάτησα. Με γεια, μου λέγαν όλοι. Ξένα σταφύλια γεύτηκα, δυο λόγια ν’ αποστάξω. Κι οι μέρες μου όλες δανεικές, με λύπες και χαρές τους μισθωμένες. Τα χέρια μου διάστικτα από βουβές κηλίδες. Χιλιάδες χρόνια σας μιλώ, μ’ απόκριση δεν παίρνω. Μόνο η μιμόζα η ντροπαλή τους μίσχους χαμηλώνει. Του πλήθους οι βραχίονες υψωμένοι το μπλε διαρρηγνύουν ιμάτιο τ’ ουρανού. Μ’ ένα μολύβι πέμπω σας βραχύχρονα στιχάκια. Άλλο δεν έχω να προσθέσω. Αποστροφή τώρα χαρίστε μου του βλέμματος. Το αλέτρι μου το ξύλινο θα σύρω, τους ύστερους που κληροδότησε ο παππούς μου σπόρους για να θάψω.
Από την Ποιητική Συλλογή "ένα"
******
Ακροβάτες

Αθηνά Τέμβριου
Ακροβατούμε σ’ένα σχοινί
ατενίζοντας τον ορίζοντα
πάνω από τις θάλασσες,
πάνω από τα βουνά·
συναντώντας μικρούς θεούς

η διαδρομή χαράζει το αίνιγμα,
προδιαθέτει άσκηση
για να μην πέσουμε,
μην διακοπεί το ταξίδι και
συναντήσουμε το κενό

ακόμη μια φορά
σαν πριν απ’ την γέννησή μας,
απ’ το σκοτάδι στο φως,
αιώνια, σφαιρικά, με στιγμές
π’αγαπήσαμε.

******
Ποίηση, άχραντο μυστήριο
Ανδρέας Τιμοθέου

 
Ώρα πρώτη κι ο θίασος έξω απ’ την πόρτα.
Χτυπά κι ανοίγω ευλαβικά,
όπως έμαθα άλλωστε να κάνω.
Τα βλέμματά μας αντικριστά
και απ’ το μυαλό μου περνάς εσύ…
Έτσι όπως ξέρεις να με κερδίζεις κάθε φορά,
να με παρηγορείς, να με φροντίζεις, να με συντηρείς.
Με καταριέσαι πάλι με την ευλογία,
δεν αντιστέκομαι,
παραδίνομαι ερωτευμένος.
Υπόσχεσαι στιγμές
απ’ τη χώρα του αχωρήτου
και γνέφω θεληματικά.
Ολόδικός σου.
Στις λέξεις, στους στίχους, στις στροφές.
Ποίηση, άχραντο μυστήριο.
*****
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΠΟΥ ΕΓΡΑΦΕ
 ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ

Δημήτριος Γκόγκας
 

Είχε συνηθίσει να περπατά
μόνος στο πεζοδρόμιο.
Από την μια άκρη της πόλης
 μέχρι την άλλη.
Κρατούσε στα χέρια του μια
 μακριά πένα
Όμοιο φτερό πουλιού
Κι έγραφε – έγραφε πάνω στους λερωμένους, από
 την ανθρώπινη έπαρση,
 τοίχους.
Την επομένη δεν υπήρχαν τα
 ποιήματά του.
 Όταν έβρεχε πετούσε τα ρούχα
 του.
Όπως αφαιρούσε τις λέξεις
από τους στίχους.
 Έμενε γυμνός.
 Όπως τις χήρες λέξεις που
πάλευαν με τα κοσμητικά
 μη γίνουν και τούτες πλούσιες
 προτάσεις,
στα χαρακώματα μιας
πληκτικής νουβέλας.
 Και ενώ
οι μπογιατζήδες πιάνανε
 δουλειά τα ξημερώματα,
 αυτός συνέθετε τους στίχους
 στα όνειρά του.
Το πρωί σαν οι αγύρτες πίνανε
 τσάι και αφεψήματα
Νυσταλέοι στις επαύλεις τους
Στίχοι ξεφεύγαμε από το βαρύ
 σπιτικό
Μέσα από καμινάδες και
υπόγειους διαδρόμους
Και τρέχαμε να προλάβουμε
Την Ανατολή αν ήταν μπορετό
 Την Δύση και τον Βορρά
Τον νότο με τους θερμούς
 αέρηδές του.
Παίζαμε κρυφτό κυνηγητό και
γλυτωμό
Με τους χαφιέδες στα σοκάκια
και τους δρόμους
 Έπεφταν κι πρώτες πιστολιές
 Γυρίζαμε στο σπιτικό κάποιοι
 στίχοι χωρίς λέξεις
Κάποιο στίχοι με τις λέξεις
μισές.
Τ΄ αφεψήματα τότε γινότανε
 οινόπνευμα
 Κι έτσουζε ο ήλιος
στο λαρύγγι .
Ο ποιητής συνέχιζε να περπατά
 μόνος στο πεζοδρόμιο
Να γράφει στους τοίχους που
βάφηκαν στο χρώμα του
 μολυβιού.
Τώρα πια ποιος τους διαβάζει
πλην της βροχής που ρουφάει
 το μεδούλι τους;
Οι χαφιέδες που ακόμα μας
κυνηγούν;
Οι αγύρτες που πίνουν τσάι
στις νέες αποικίες τους;
Εμείς, μόνες λέξεις στις ζωές
που γεννιόμαστε
Ο ποιητής αναγνώστης
τυφλός .....
******
Χωρίς ενοχές
Ανδρέας Καρακόκκινος

Γράφουμε όνειρα
και σβήνουμε ελπίδες
ξεγράφουμε ονόματα
κι αναζητάμε λέξεις
να ντύσουμε τη γύμνια των καιρών
με ξεραμένα νυχτολούλουδα
και  ψεύτικα παραμύθια.

Αγοράζουμε θλίψη
σε τιμή ευκαιρίας
μέσα από εικόνες παιδιών
που χάνονται  αναζητώντας
απόλεμη πατρίδα
και πουλάμε ρητορείες φτηνές
για αλήθειες και για δίκια.

Θάβουμε  ενοχές
στα πηγάδια της λήθης
και ξεθάβουμε
ρήσεις αθωωτικές
για ένα κόσμο γεμάτο θύτες
εκούσιους φονιάδες
κι ακούσιους παρατηρητές.

******

Ποίηση δεν είναι…
Εύα Νεοκλέους

 
Δεν είναι η ποίηση
θαυμαστικά φτιασιδωμένα
 να τα περιφέρουν σε συνάξεις,
στιχάκια με λεξούλες γλυκερές
να συμπληρώνουν βιογραφικά
των αταλάντων.
Είναι η ποίηση καημός
κι οι λέξεις της πληγές
που αναβρύζουν αίμα.
Δεν έχει ανάγκη
 από ορισμούς η ποίηση,
μην επιμένετε…
έχει δικό της τρόπο
να ορίζει τις σιωπές σας…
(Συλλογή υπό έκδοση)
******

3 σχόλια:

Ανδρέας Καρακόκκινος είπε...

Σ ευχαριστώ Εύα μου

Δημήτριος Γκόγκας είπε...

Σας ευχαριστώ κα Νεοκλέους. .....Υπέροχη ανάρτηση

ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ είπε...

Καλή άνοιξη με ελπίδα-δύναμη-αντοχές!